Μετάβαση στο περιεχόμενο
Ο George Horton
γενικός πρόξενος των ΗΠΑ στη Σμύρνη, 1911-1922


Ομιλία του Κυριάκου Λυκουρίνου στην εκδήλωση
του Συλλόγου Μικρασιατών Ν. Καβάλας για την "Ημέρα
Μνήμης" 2009 (Αμφιθέατρο ΤΕΙ Καβάλας, 13-9-2009, παρουσία και της Νάνσυ Χόρτον)


Στις 13 Σεπτεμβρίου του 1922, σα σήμερα δηλαδή πριν 87 χρόνια, ο George Horton εγκατέλειπε το Αμερικανικό Προξενείο της Σμύρνης και συνοδεία ένοπλων πεζοναυτών επιβιβαζόταν στο αντιτορπιλικό Simpson. Καθώς το πλοίο βρισκόταν στ’ ανοιχτά, τέτοια ώρα περίπου, ο Χόρτον έστρεφε για τελευταία φορά το βλέμμα του προς τη φλεγόμενη πόλη και κρατούσε ανεξίτηλες μέσα του μνήμες και εικόνες που έμελε να στοιχειώσουν τα όνειρα και τη συνείδησή του.

George Horton
«Σ’ όλη την παγκόσμια ιστορία – έγραφε αργότερα – ένα μόνο γεγονός μπορεί να συγκριθεί με την καταστροφή της Σμύρνης και του χριστιανικού πληθυσμού της από τους Τούρκους, να συγκριθεί ως προς την έκταση και την αγριότητα και ακόμη ως τα στοιχεία του τρόμου, της σκληρότητας και του ανθρώπινου πόνου. Το γεγονός αυτό είναι η καταστροφή της Καρχηδόνας από τους Ρωμαίους». Υπάρχει όμως μια διαφορά, τονίζει ο Χόρτον: «Στην Καρχηδόνα δεν υπήρχε στόλος χριστιανικών πλοίων που να παρατηρεί μια σφαγή για την οποία υπεύθυνες ήταν οι κυβερνήσεις τους. Στην Καρχηδόνα δεν υπήρχαν αμερικανικά αντιτορπιλικά».  

Ο Τζωρτζ Χόρτον δεν έφυγε με τη θέλησή του από τη Σμύρνη. Απομακρύνθηκε από τον προϊστάμενό του, το ναύαρχο Mark Bristol, ύπατο αρμοστή των ΗΠΑ στην Κωνσταντινούπολη. Απομακρύνθηκε, όταν είχε πια ξεπεράσει κάθε όριο ανυπακοής προς τις διαταγές του και με τη στάση και τις πρωτοβουλίες του υπονόμευε την αμερικανική πολιτική της «πλήρους ουδετερότητας».
«Η πολιτική αυτή ισοδυναμεί με ανοιχτή πρόσκληση προς τους Τούρκους για τη διάπραξη θηριωδιών», έλεγε και έγραφε ο Χόρτον στα αλλεπάλληλα υπομνήματα και στις αναφορές του.
Μάταια. Την εποχή αυτή την αμερικανική πολιτική στο χώρο της Τουρκίας την υπαγόρευαν οι μεγάλοι επιχειρηματικοί και ιεραποστολικοί κύκλοι. Ο τοποτηρητής των συμφερόντων τους, ο ναύαρχος Bristol, υπονόμευε συστηματικά τις πρωτοβουλίες του Χόρτον και φρόντιζε ώστε οι εισηγήσεις και οι προτάσεις του να μην εισακούονται από το Αμερικανικό Υπουργείο των Εξωτερικών.
Έτσι αντιμετωπίστηκε και η ύστατη, δραματική έκκληση του Χόρτον στις αρχές Σεπτεμβρίου. Όταν διασπάστηκε το μικρασιατικό μέτωπο, ο Χόρτον πρότεινε να ασκηθεί διεθνής πίεση προς τους εθνικιστές, ώστε να σταματήσει η προέλαση του τουρκικού στρατού, να επιτευχθεί αμνηστία και να μπορέσουν στρατός και πρόσφυγες να φύγουν από την Τουρκία με ασφάλεια. Η απάντηση του State Department, μνημείο πολιτικού κυνισμού και υποκρισίας, ισοδυναμούσε με ένα ξερό Όχι : «Η κατάσταση δε φαίνεται να δικαιολογεί ανάληψη τέτοιας πρωτοβουλίας», έλεγε το απαντητικό τηλεγράφημα του State Department στις 4 Σεπτεμβρίου.
Όλα πια οδηγούσαν στην εφιαλτική πρόβλεψη του Χόρτον. Όταν μετά από 5 μέρες, στις 9 Σεπτεμβρίου, ο Νουρεντίν πασάς έμπαινε τροπαιούχος στη Σμύρνη και από το ίδιο το γραφείο του Χατζηανέστη μεθόδευε το σχέδιο της σφαγής, της πυρπόλησης και της αιχμαλωσίας του ανδρικού πληθυσμού, ήξερε καλά ότι κανείς δεν επρόκειτο να αντιδράσει, ότι είχε την άδεια να επιβάλει το νόμο του σπαθιού, της φωτιάς και των διωγμών.
Ο Χόρτον δεν μπορεί να αποτρέψει τις εξελίξεις, δεν γίνεται όμως και συνένοχος. Από τις αρχές Σεπτεμβρίου εξαντλεί όλα τα αποθέματα των δυνάμεων και του ανθρωπισμού του. Κινητοποιεί την αμερικανική παροικία της Σμύρνης και οργανώνει συσσίτια για τους χιλιάδες πρόσφυγες της προκυμαίας. Επιβιβάζει πολλούς σε πλοία για την Ελλάδα, με δικά του έξοδα. Επιτρέπει σε ελληνικά ατμόπλοια, ιστιοφόρα και αλιευτικά να υψώσουν την αμερικανική σημαία, για να παραλάβουν πρόσφυγες από τα μικρασιατικά παράλια και να τους μεταφέρουν στα κοντινά νησιά. Εκδίδει διαβατήρια έγγραφα σε Έλληνες και Αρμένιους. Συνεργάζεται σχεδόν μυστικά με ανθρώπους των αμερικανικών ιδρυμάτων και φροντίζει ώστε οι πόρτες τους να είναι ανοιχτές για τους απελπισμένους Σμυρναίους και τους πρόσφυγες της ενδοχώρας. Προσπαθεί να σώσει και το μητροπολίτη Χρυσόστομο, εκείνος αρνείται. Μέχρι και την τελευταία στιγμή, κι ενώ οι καπνοί κυκλώνουν το προξενικό κτίριο, συντάσσει σημειώματα με τη σφραγίδα του Προξενείου, για να γλυτώσει όσους μπορεί. Αυτά δεν τα γράφει ο ίδιος στα βιβλία του. Τα μαθαίνουμε από άλλες πηγές.
Η θέση του γίνεται δραματική, το γράφει ο ίδιος, από τις 9 Σεπτεμβρίου. Τη ημέρα της εισόδου των τουρκικών στρατευμάτων, ο Μπρίστολ στέλνει στη Σμύρνη τον αρχηγό του επιτελείου του, τον πλοίαρχο Arthur Hepburn, με σκοπό να βάλει στο περιθώριο τον Χόρτον και να παρεμποδίσει κάθε ενέργειά του που θα μπορούσε να ενοχλήσει τους Τούρκους. Όταν ο Hepburn συναντά τον Χόρτον ταράζεται: «Είναι, γράφει, σχεδόν ερείπιο από την έλλειψη ύπνου και από την αγωνία. Τον πολιορκούν μέρα και νύχτα χιλιάδες πρόσφυγες, αλλά και ομοεθνείς του και ξένοι συνάδελφοί του. Η θέση του είναι απελπιστική».  
Ο Χόρτον δεν είχε καταθέσει τα όπλα, έδωσε όμως την αφορμή για την εκδίωξή του. Στις 12 Σεπτεμβρίου προσπάθησε να επηρεάσει δύο Αμερικανούς δημοσιογράφους που είχαν έρθει με το αντιτορπιλικό Λώρενς από την Κωνσταντινούπολη, με την αυστηρή εντολή να στείλουν ανταποκρίσεις μόνο για ελληνικές θηριωδίες. Η κίνησή του έγινε γνωστή και σε λίγες ώρες έφτασε και η τηλεγραφική διαταγή: Ο Χόρτον έπρεπε να συνοδεύσει τα 300 μέλη της αμερικανικής παροικίας στον Πειραιά. Έτσι έφυγε από τη Σμύρνη, για πάντα.   
Από την Αθήνα πια, στις 27 Σεπτεμβρίου, ο Χόρτον υποβάλλει την τελευταία έκθεσή του προς το State Department. Όλοι οι φάκελοι των αμερικανικών κρατικών αρχείων για τα γεγονότα της Σμύρνης άνοιξαν στους μελετητές το 1952, δηλαδή μετά από 30 χρόνια, όπως ορίζει η διεθνής αρχειακή πρακτική. Η έκθεση αυτή έμεινε κλειστή για 47 χρόνια και δόθηκε στην ιστορική έρευνα μόλις το 1969. Δεν είναι ένα τυπικό διπλωματικό έγγραφο. Είναι ένα απερίφραστο και δριμύ «κατηγορώ» για εκείνους που ξεπούλησαν και θυσίασαν εκατομμύρια ανθρώπους στο βωμό των συμφερόντων τους, που υπήρξαν οι ηθικοί αυτουργοί της καταστροφής του Μικρασιατικού Ελληνισμού: «Ένα θέαμα – γράφει στο τέλος της έκθεσης – που ελπίζω να μην ξαναδώ ποτέ στη ζωή μου είναι εκείνο της σφαγής που έλαβε χώρα κάτω από το βλέμμα των Μεγάλων Δυνάμεων και με τη σιωπηρή αποδοχή τους».  
Παρότι το Αμερικανικό Προξενείο συνέχισε κανονικά τη λειτουργία του, ο Χόρτον δεν ξαναγύρισε στη Σμύρνη. Μετατέθηκε δυσμενώς στη Βουδαπέστη και το 1924 συνταξιοδοτήθηκε.

Το 1926 εξέδωσε στην Αμερική το περίφημο βιβλίο του «Η μάστιγα της Ασίας». Προκάλεσε μεγάλο θόρυβο στις ΗΠΑ, χαρακτηρίστηκε από πολιτικούς κύκλους ως «ανάρμοστο και απρεπές» και τα αντίτυπα εξαφανίστηκαν γρήγορα από τις προθήκες των βιβλιοπωλείων. Ειπώθηκε τότε ότι το αγόραζε μαζικά το State Department για να το αποσύρει από την κυκλοφορία. Ο βρετανικός οίκος που αγόρασε τα δικαιώματα για την Ευρώπη δέχτηκε μεγάλες πολιτικές πιέσεις και δεν το εξέδωσε ποτέ. Ο λόγος ήταν προφανής: Ένα αγγλικό βιβλίο που αποκάλυπτε το αποτρόπαιο πρόσωπο της τουρκικής πολιτικής μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο τα αγγλικά συμφέροντα στις πετρελαϊκές περιοχές της Μοσούλης. Στην Ελλάδα δεν κυκλοφόρησε, τότε, για να μη διαταραχθούν οι προσπάθειες της ελληνοτουρκικής προσέγγισης (Η κυρία Χόρτον μας έλεγε χθες ότι ο πατέρας της έστειλε επιστολή στο Βενιζέλο και του ζήτησε να εκδοθεί το βιβλίο στα ελληνικά. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος απάντησε ότι «δεν είναι καλή κίνηση»). Μεταφράστηκε και εκδόθηκε μόλις το 1980 και μάλιστα με πρωτοβουλία Προσφυγικών Συλλόγων της Αθήνας.  
Ποιος ήταν αυτός ο Άνθρωπος που έβαλε πάνω απ’ όλα τις ηθικές του αξίες και αψήφησε τα μεγάλα συμφέροντα, επενδυμένα και προσδοκώμενα, των πολιτικών και των διπλωματών, των πετρελαϊκών εταιρειών, των οικονομικών παραγόντων, των δημοσιογράφων και των ιεραποστόλων, που διαγκωνίζονταν να προσφέρουν στον Κεμάλ τις καλές τους υπηρεσίες;    
Ο Χόρτον γεννήθηκε το 1859 στο Fairville της Νέας Υόρκης. Έλαβε κλασική παιδεία στο Πανεπιστήμιο του Michigan κι αυτό ήταν που άναψε τη φλόγα της αγάπης του για την Ελλάδα.
Επαγγελματικά ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία και τη συγγραφή, θεωρήθηκε μάλιστα ως ένας από τους σημαντικούς λογοτέχνες του καιρού του. Αρκετά από τα ποιήματα και τα μυθιστορήματά του είναι εμπνευσμένα από την ελληνική παράδοση και σε κάποια η πλοκή τους εκτυλίσσεται στην Ελλάδα.
Η διπλωματική του σταδιοδρομία άρχισε τυχαία. Όπως γράφει ο ίδιος στα απομνημονεύματά του, στις αρχές της δεκαετίας του 1890 δημοσίευσε άρθρα υπέρ του υποψηφίου προέδρου Cleveland, χωρίς να τον γνωρίζει προσωπικά, κι όταν εκείνος εξελέγη πρόεδρος των ΗΠΑ του πρότεινε προξενική θέση στο Βερολίνο. Ο Χόρτον αντιπρότεινε την Αθήνα κι έτσι βρέθηκε στην ελληνική πρωτεύουσα μια μέρα του 1893 ως πρόξενος των ΗΠΑ.
Πολύ σύντομα μαθαίνει τη γλώσσα μας («τη γλώσσα που μιλούν οι θεοί», όπως έλεγε) και το πρώτο του μυθιστόρημα το γράφει στα ελληνικά. Τον συνεπαίρνει η ιδέα της αναβίωσης των Ολυμπιακών Αγώνων και ο συμβολισμός τους και δημοσιεύει ενθουσιώδη άρθρα σε αμερικανικές εφημερίδες.
Το 1909 νυμφεύεται μια υπέροχη Ελληνίδα, τη μητέρα της κυρίας Χόρτον, την Αικατερίνη Σακοπούλου, κόρη Σμυρναίας. Το 1910 μετατίθεται στην οθωμανική Θεσσαλονίκη και το 1911 τοποθετείται ως γενικός πρόξενος στη Σμύρνη. Κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν διέκοψαν τη λειτουργία τους τα προξενεία των δυτικών χωρών στη Σμύρνη, αναλαμβάνει την προστασία των υπηκόων τους. Για τη διπλωματική και ανθρωπιστική του δράση τιμήθηκε από όλες τις Δυτικές χώρες και από το Βατικανό. Στη Σμύρνη έμεινε  την αποφράδα 13η Σεπτεμβρίου του 1922.
Σχεδόν τριάντα (30) χρόνια υπηρέτησε ο Χόρτον στην Εγγύς Ανατολή ως προξενικός υπάλληλος των ΗΠΑ και κατά το διάστημα αυτό υπήρξε μάρτυρας κοσμοϊστορικών γεγονότων. Καρπός των εμπειριών του είναι «Η Μάστιγα της Ασίας». Δεν πρόκειται για τα τυπικά απομνημονεύματα ενός παλαίμαχου διπλωμάτη (αυτά τα έγραψε αργότερα).
Στη «Μάστιγα της Ασίας», έρχονται και επανέρχονται επίμονα δύο λέξεις που αντανακλούν την ηθική διάσταση της προσωπικότητας του συγγραφέα: Η λέξη Χρέος και η λέξη Αλήθεια. «Θεωρώ χρέος μου να διηγηθώ αυτή την ιστορία…», γράφει στην πρώτη κιόλας παράγραφο της εισαγωγής του. Και λίγο παρακάτω: «Ένας από τους στόχους του βιβλίου είναι να κάνει γνωστή την αλήθεια, να φωτίσει μια σημαντική περίοδο της ιστορίας, στη διάρκεια της οποίας διαπράχθηκαν κολοσσιαία εγκλήματα κατά του ανθρώπινου γένους». Οι φράσεις «εγκλήματα κατά του ανθρώπινου γένους» ή «εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας» δεν είναι ρητορικά σχήματα του λογοτέχνη. Αυτές τις λέξεις χρησιμοποιούσαν στην εποχή του για να ορίσουν το φαινόμενο της μεθοδικής εξολόθρευσης, αυτό που από το 1948 προσδιορίστηκε στον ΟΗΕ με τον νομικό όρο «γενοκτονία».

Αυτό είναι το θέμα του βιβλίου: Η συστηματική εξόντωση των χριστιανικών λαών της Ανατολής σ’ όλη την επικράτεια της παλιάς Βυζαντινής αυτοκρατορίας, από το 1914 μέχρι το 1922. Ο Χόρτον ιστορεί τη γενοκτονία των Αρμενίων και στους διωγμούς των Ελλήνων της Ανατολής, εστιάζει όμως την αφήγησή του στη Μικρασιατική Καταστροφή και στα δραματικά γεγονότα του Σεπτεμβρίου του 1922
Υπογραμμίζει επίμονα ότι το τραγικό τέλος της Σμύρνης δεν ήταν μια συγκυριακή συμφορά, αλλά ο επίλογος ενός μεθοδευμένου σχεδίου που είχε τεθεί σε εφαρμογή πριν από μια δεκαετία, όταν οι Νεότουρκοι έταξαν ως στόχο της πολιτικής τους το βίαιο εκτουρκισμό της πολυεθνικής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, με τη μέθοδο της εθνοκάθαρσης.
Ο Χόρτον δεν έκανε μια ακαδημαϊκή εργασία. Κατέγραψε προσωπικές του εμπειρίες και παρατηρήσεις και αμέτρητες μαρτυρίες κατοίκων της Μικράς Ασίας. Όλα αυτά δίνουν στο βιβλίο το χαρακτήρα ενός συνταρακτικού ιστορικού ντοκουμέντου.
Η «Μάστιγα της Ασίας» είναι όντως ένα ντοκουμέντο, για πολλά πράγματα. Κυρίως για τις τουρκικές θηριωδίες και ακολασίες, που τον έκαναν να γράψει: «Το πιο έντονο αίσθημα που αποκόμισα από τη Σμύρνη είναι το αίσθημα της ντροπής που ανήκω στο ανθρώπινο γένος». Επίσης για την πυρκαγιά της Σμύρνης, που με αδιάσειστα στοιχεία του καταγράφεται ως εσκεμμένη ενέργεια του τακτικού τουρκικού στρατού.
Γιατί τόση έμφαση στα γνωστά και αυταπόδεικτα, θα αναρωτηθεί κάποιος. Πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι το βιβλίο γράφτηκε την επαύριο της Μικρασιατικής Καταστροφής, σε μια εποχή που οι φιλοτουρκικοί κύκλοι ήθελαν να αποκαταστήσουν το καλό όνομα της Τουρκίας και γι’ αυτό είχαν επιβάλει μια πολιτική συγκάλυψης και αποσιώπησης για τους διωγμούς του 1914-1918 και μια συστηματική παραπληροφόρηση για τα γεγονότα της Μικρασιατικής Καταστροφής.  
Τι να πρωτοσημειώσει κανείς. Αναφέρουμε μόνο δύο παραδείγματα: Αμερικανικές εφημερίδες έγραφαν ότι ο στρατός του Νουρεντίν πασά είχε μπει με απόλυτη τάξη και πειθαρχία στη Σμύρνη, ότι επέδειξε αξιοθαύμαστη αυτοσυγκράτηση, ότι δεν έγιναν σφαγές, ούτε καν σοβαρές ταραχές, ενώ αντίθετα στην απόβαση των Ελλήνων το Μάιο του 1919 είχαν θανατωθεί 4.000 Τούρκοι. Άλλες έγραφαν ότι οι Αρμένιοι δεν εξοντώθηκαν, αλλά μεταφέρθηκαν στα πιο γόνιμα εδάφη της Συρίας, σε μέρη που είχαν το κλίμα της Φλόριδας και της Καλιφόρνιας. Όσο για την πυρκαγιά της Σμύρνης, αυτή παρουσιαζόταν ως ατύχημα.  
Μια αποστομωτική απάντηση για όλα αυτά και μια αποκατάσταση της αλήθειας ήταν το βιβλίο του Χόρτον. Ήταν όμως παράλληλα και μια καταγγελία για τις Μεγάλες Δυνάμεις, που προέταξαν τα συμφέροντά τους, που ανέχθηκαν ένα ολοκαύτωμα, που δεν άρθρωσαν ούτε μια φωνή διαμαρτυρίας για την Καταστροφή. «Αυτή ήταν, σημειώνει ο Χόρτον, η πιο θλιβερή πτυχή της όλης ιστορίας… Δυστυχώς οι κυβερνήσεις είναι σαν επιχειρήσεις, δε διαθέτουν ψυχή».
Αυτή την ψυχή την είχε ο Χόρτον και τη θέρμη της ψυχής του τη μετέδωσε και σε πολλούς άλλους, που είτε συμπαραστάθηκαν στις προσπάθειές του είτε συνέχισαν το ανθρωπιστικό έργο του, στη Μικρά Ασία.
  Νάνσυ Χόρτον (1912-2016)  

Ο ίδιος ο Χόρτον δε σταμάτησε τον αγώνα του. Μερίμνησε για την περίθαλψη των προσφύγων που έφταναν με τα αμερικανικά πλοία στον Πειραιά. Έδωσε διαλέξεις στην Αμερική και συγκέντρωση χρήματα για την αποκατάσταση των προσφύγων. Πήγε στην Ουάσιγκτον και κατέθεσε σε ακροάσεις του Κογκρέσου για τα γεγονότα της Μικράς Ασίας. Αγωνίστηκε για να περάσει νόμος που επέτρεπε στους πρόσφυγες να πάρουν στην Αμερική τις οικογένειες και τους συγγενείς τους.
Σ’ αυτούς που τον κατηγορούσαν για μεροληψία και φιλελληνισμό ο Χόρτον απαντούσε: Δεν είμαι φιλέλληνας, έταξα σκοπό της ζωής μου να αγωνίζομαι για το δίκαιο, να συντρέχω αυτούς που πάσχουν και υποφέρουν.
Ο Τζωρτζ Χόρτον πέθανε στην Αμερική το 1942 σε ηλικία 84 ετών. Η χώρα του τον αγνόησε, δεν τον τίμησε ποτέ. Το ελληνικό κράτος τον τίμησε με το παράσημο του Ταξιάρχη του Τάγματος του Σωτήρος. Οι Μικρασιάτες και οι απόγονοί τους, όπως εμείς σήμερα, τον τιμούν από τότε με την ευγνωμοσύνη τους.

Επιστροφή στο περιεχόμενο