Γεώργιος Δικαίος (1788-1825) (Γρηγόριος Παπαφλέσσας)
Τον Ιανουάριο του 1825 τον πλησίασαν οι «καλαμαράδες» και με πρόσχημα ότι αν αναλάβει Υπουργός των Εσωτερικών θα ελευθερωθούν οι οπλαρχηγοί που εναντιώθηκαν στην κυβέρνηση, τον τοποθέτησαν στην θέση αυτή. Ο Παπαφλέσσας ανέμενε την απελευθέρωση, η οποία όμως «αργεί λόγω γραφειοκρατικών κωλυμάτων», όπως έλεγε ο Μαυροκορδάτος. Ο Ιμπραήμ, όμως δεν αργούσε και αποβιβάσθηκε στην Μεθώνη της Μεσσηνίας τον Φεβρουάριο του 1825. Ο Παπαφλέσσας έσκισε τον διορισμό που είχε ως υπουργός και αφού τους έβρισε στο Υπουργικό συμβούλιο, έφυγε να αντιμετωπίσει τον Ιμπραήμ. «Κερατάδες! Η Πατρίδα χάνεται και εσείς σκέπτεστε τα υπουργεία σας…» Η κυβέρνηση εις ένδειξη καλής θελήσεως τον ειδοποιεί ότι θα στείλει χιλιάδες ενισχύσεις. Φυσικά, δεν την πίστεψε ο Παπαφλέσσας και με την αναμονή άλλων ενισχύσεων από συγγενείς οπλαρχηγούς ή φίλους του, που δεν έφθασαν ποτέ, πέφτει στο Μανιάκι την 25η Μαΐου 1825.
Θεόδωρος Κολοκοτρώνης (1770-1843)
Επειδή οι καλαμαράδες τον φθόνησαν, τον φυλάκισαν μαζί με τον Δημήτριο Πλαπούτα, τον Κανέλλο Δεληγιάννη και άλλους. Οι ίδιοι σκότωσαν τον υιό του Πάνο και κατηγόρησαν τον Γέρο για προδοσία. Ποιοι; Οι άκαπνοι, όπως τους έλεγε. Στα δύσκολα, όμως, τον αποφυλάκισαν και έτσι σώθηκε ο Αγώνας. Ο Μαυροκορδάτος τον μισούσε πολύ. Σε συνομωσία με τον Ιωάννη Κωλλέτη τον διέβαλλαν και ξανά στην φυλακή. «Τι σου’ κανα Πατρίδα;» ερωτούσε κλαίγοντας. «Τίποτε δεν μου έκανες Θοδωράκη. Άλλοι, με φράκο και καλαμάρια μου έκαναν. . .» Ο Καποδίστριας και ο Όθων τον τιμούσαν πολύ. Μνημειώδης « ο λόγος προς την Νεολαίαν στην Πvύκα». Παρατίθεται στον επίλογο. Από μικρός, λοιπόν, προδομένος και κυνηγημένος. Ευτυχώς ο ελληνικός λαός τον τίμησε και τον τιμά. Το 2011 τον είπαν ομοφυλόφιλο, όπως έκαναν και για το Σωκράτη και για τον Αλέξανδρο.
Οι προδοσίες και οι έριδες
Η περίπτωση των διαφορών του Ιωάννου Κωλέτη, έναντι των οπλαρχηγών του Μωρηά, ίσως να οφείλονταν σε προσωπικές αδυναμίες που είναι το ανθρώπινο πάθος και όχι σε κοινωνικά αίτια. Το ίδιο πρέπει να λεχθεί και για τη διένεξη της Τοπικής Διοικήσεως Ανατολικής Στερεάς Ελλάδος (Αρείου Πάγου) που αποτελούσαν οι πρόκριτοι της περιοχής, με την κεντρική Κυβέρνηση της Πελοποννήσου. Και άλλοι πολέμαρχοι είχαν ελαττώματα και αδυναμίες. Πότε όμως εκδηλώθηκαν αυτά; Όπως ήταν φυσικό, κατά τη διάρκεια του επταετούς αγώνα.
Αλίμονο αν ένας Εφιάλτης μπορεί να αμαυρώσει τη λάμψη, την αίγλη και τη δόξα των Θερμοπυλών...
Αλίμονο αν μερικές κηλίδες στον ζωοδότη ήλιο, μπορούν να σβήσουν την φωτεινότητά του και να αμφισβητήσουν την λαμπρότητά του.
Γι αυτούς που ασχολούνται με τα ασήμαντα περιστατικά της ιστορίας μας, ο ιστορικός Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος γράφει επιγραμματικά τα εξής: «Ακόμη ολιγότερον δέχομαι ότι επιτρέπεται να προτιμώνται τα μικρά και ασήμαντα από τα διδακτικότερα πορίσματα της ιστορίας, τα οποία οι νέοι μας οι μέλλοντες να διοικήσουν και να κυβερνήσουν κάποτε την Ελλάδα, ή γνωρίζουν ατελώς ή αγνοούν καθ’ ολοκληρίαν. Της ιδίας σχολής οι οπαδοί περιπίπτουν πολύ συχνά εις μίαν αλλόκοτον φαντασιοκοπίαν και βλέπουν κάθε τι μεγάλο ως μικρόν και κάθε τι μικρόν ως σπουδαίον. Όλοι οι φρόνιμοι άνθρωποι θαυμάζουν και επαινούν τα αριστουργήματα του Φειδίου, του Πολυκλείτου, του Μύρωνος, του Πραξιτέλους, του Λεωχάρους, του Βρυαξίδος, του Λυσσίπου και άλλων καλλιτεχνών. Αλλά οι παράξενοι οπαδοί της ιστορικής σχολής, η οποία ξεχωρίζει τα σπουδαία από τα ασήμαντα γεγονότα, προτιμούν να ενδιαφέρονται μάλλον δια την προέλευσιν και την ποιότητα του μαρμάρου, από το οποίον έγιναν τα θαυμαστά έργα τέχνης, παρά τα ίδια τα καλλιτεχνήματα. Είναι σαν να αποδίδωμεν σήμερον περισσότερον σημασίαν εις τους μαρμαράδες, οι οποίοι έκοψαν τα μάρμαρα από την Πεντέλην, παρά εις τον καλλιτέχνην ο οποίος εσχεδίασε τα καλλιμάρμαρα μέγαρα του Πανεπιστημίου και της Ακαδημίας Αθηνών…».
Η ψυχική δύναμη του Έθνους: Στην Επανάσταση του 1821 αποφασιστικό ρόλο δεν έπαιξαν τα υλικά συμφέροντα, αλλά η ψυχική δύναμη του Ελληνικού λαού που την έδωσαν δυο παράγοντες, ο Χριστιανισμός και ο Ελληνισμός. Και τα δυο αυτά ήταν ενωμένα τόσο στέρεα, ώστε οι περιπέτειες της Επαναστάσεως να σφυρηλατήσουν την ενότητα. Την ψυχική ενότητα και δύναμη του Ελληνισμού βλέπουμε και στα Συντάγματα που έδωσαν οι Εθνικές Συνελεύσεις της Επιδαύρου (1821), του Άστρους (1823) και της Τροιζήνας (1827). Αυτή η ζωή των πρωταγωνιστών της Εθνεγερσίας και αυτές οι διακηρύξεις τους, αποτελούν το πιο ισχυρό τεκμήριο για την ψυχική δύναμη που είχε ο Ελληνισμός κατά τη διάρκεια της επαναστάσεως του 1821.
«Σκοτωνόμασταν σαν τα σκυλιά στ’ αμπέλια»
Όλοι μαζί οι Έλληνες τους Τούρκους πολεμάγανε επί χρόνια. Κι έπειτα από χρόνια, έπεσε το βλέμμα μου σε ένα απόσπασμα του Μακρυγιάννη που μεγάλη εντύπωση μου έκανε: «Αφού επήγαμε στην Τριπολιτζά, άνοιξε το ντουφεκίδι και σκοτωνόμαστε σαν τα σκυλιά στα αμπέλια». Και λίγο πιο κάτω: «Τους λέγω. Εσύ είσαι ο Ζαΐμης. εσείς είστε οι Λονταίγοι. οι Νοταραίγοι και οι άλλοι σημαντικοί της πατρίδος; Δεν χορτάσατε τόσους μήνες. σκοτώνοντας τους καλύτερους Έλληνες. διά τα κέφια σας και τους νόμους σας;». Κι εκείνες τις ηρωικές εποχές κόμματα και εμφύλιοι και προσωπικές διαμάχες; Με το που ξέσπασε η επανάσταση, ξεχωρίσανε τρία -ας πούμε- κόμματα. Το ένα ήταν των πλούσιων προυχόντων και των κοτζαμπάσηδων, το άλλο ήταν των καραβοκυραίων από τα νησιά (Ύδρα, Σπέτσες, Ψαρά, Κάσος) και το τρίτο ήταν των στρατιωτικών. Υπήρχαν επίσης και άλλες αντιθέσεις τοπικού χαρακτήρα, οι οποίες όμως πολλές φορές εξελίχθηκαν με άγριο τρόπο. Σ’ όλη τη διάρκεια της επανάστασης, οι Πελοποννήσιοι με τους Ρουμελιώτες ήταν στα μαχαίρια.
Ο κοσμάκης πήγαινε πότε με τους μεν, πότε με τους δε. Με όποιον τον επιστράτευε με το ζόρι ή τον πλήρωνε, καθότι δε λειτουργούσε και καμιά πλατιά δημοκρατία. Οι καραβοκυραίοι είχαν αρχηγό το Μαυροκορδάτο, οι προύχοντες τον Κωλέττη, ενώ οι στρατιωτικοί τον Κολοκοτρώνη, τον Ανδρούτσο, τον Καραϊσκάκη, τον Πανουργιά και άλλους, όχι πάντα αγαπημένους μεταξύ τους. Οι στρατιωτικοί σχεδόν ποτέ δεν άσκησαν αυτόνομη πολιτική. Πήγαιναν πότε με τον ένα και πότε με τον άλλον, παλεύοντας να έχουν μεγαλύτερη επιρροή. Γύρω- γύρω Τούρκοι και μέσα μύλος.
Όσο οξυνόταν η αντιπαράθεση ανάμεσα στα στρατόπεδα, τόσο άρχισαν να φαίνονται οι ιδεολογικές τους αντιθέσεις και να ξεσκαλίζεται ο βίος και η πολιτεία του καθενός κατά τα προηγούμενα χρόνια. Η κυβέρνηση των νησιωτών κατηγορούσε τους κοτζαμπάσηδες ότι κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας κυβερνούσαν μαζί με τους πασάδες, ενώ ο Κωλέττης των προυχόντων σε γράμματά του λέει ευθαρσώς ότι «το έθνος πρέπει να εκπροσωπείται από τους ευγενείς, όχι να κυβερνάται από βαρκάρηδες, βαρελάδες και σιδεράδες».
Το εθνικό δάνειο του 1824 ή πώς δύο εκατομμύρια χρυσές λίρες
γίνονται ένα κίβδηλο νόμισμα
Σ’ έναν απλό κατάλογο της ντροπής θα αναφερθώ τώρα, για να καταλάβουμε τους λόγους που η ταλαίπωρη Ελλάδα ξεκίνησε μέσα στη φτώχεια. Χωρίς άλλα σχόλια για τα καλά που προσέφεραν οι ξένες δυνάμεις στον Αγώνα. Έκαναν βέβαια τη ναυμαχία του Ναυαρίνου, αλλά είχαν φροντίσει να υποθηκεύσουν από νωρίτερα το νεοσύστατο κράτος. Στις 7 Φεβρουαρίου 1825, ενώ ο εθνικός αγώνας για την απελευθέρωση από τους Τούρκους βρισκόταν στο αποκορύφωμά του, «συνωμολογήθη εν Λονδίνω, εθνικόν δάνειον, δύο εκατομμυρίων λιρών; διά τη χρηματοδότηση του Αγώνος». Το δάνειο των δύο εκατομμυρίων συμφωνείται στο 55% της ονομαστικής του- αξίας, άρα αυτομάτως μένουν 1.100.000 λίρες. Από αυτά, κρατούνται προκαταβολικά:
Τόκοι δύο χρόνων, 200.000 λίρες. Μεσιτικά, 68.000. Για εξαγορά ομολογιών του δανείου, 212.200.
Συμβολαιογραφικά, 13.700. Έξοδα κάποιων μεσαζόντων, ονόματι Λουριώτη και Ορλάνδου, 15.487.
Από τα υπόλοιπα, στέλνονται απευθείας στις ΗΠΑ 156.000 λίρες για να κατασκευαστούν δύο ατμoκίνητες πολεμικές φρεγάτες, που ήταν απαραίτητες για τον απελευθερωτικό αγώνα στα νησιά του Αιγαίου. Τα λεφτά πήγαν, φρεγάτα πήραμε τελικά μόνο μία και μετά το τέλος της επανάστασης. Την έκαψε ο Mιαoύλης στο λιμάνι της Σύρου αργότερα, όταν επαναστάτησε κατά του Καποδίστρια. Στην Αγγλία έμειναν 123.000 λίρες, για να κατασκευαστούν έξι ατμοκίνητα πολεμικά πλοιάρια στα αγγλικά ναυπηγεία. Τα λεφτά δόθηκαν, αλλά, από τα έξι πλοία, έφθασε στην Ελλάδα το 1826 μόνο το πλοίο «Καρτερία», το οποίο μόλις πρόλαβε να πάρει μέρος στις επιχειρήσεις. Από τα υπόλοιπα χρήματα, 37.000 λίρες κρατήθηκαν επίσης για μισθοδοσία του φιλέλληνα Κόχραν – τι φιλέλληνας κι αυτός! Ακόμα, 77.200 λίρες παρακρατήθηκαν για πληρωμή πολεμοφοδίων που χρωστούσε η Ελλάδα σε εργοστάσια της Αγγλίας και 47.000 για αποπληρωμή διαφόρων άλλων λογαριασμών. Έτσι, από τα δύο εκατομμύρια του δανείου, έφτασαν στην Ελλάδα 190.000 λίρες. Κι αυτές όμως δεν πήγαν δυστυχώς στον εθνικό αγώνα, που βρισκόταν σε πολύ κρίσιμη καμπή. Κατασπαταλήθηκαν στις εμφύλιες διαμάχες που είχαν ξεσπάσει στο μεταξύ ανάμεσα στις ελληνικές φατρίες, ενώ ο Ιμπραήμ αλώνιζε ανενόχλητος στην Πελοπόννησο. Κανένας δεν ξέρει τι απέγιναν ούτε τα πλοία που είχαν πληρωθεί στο εξωτερικό ούτε τα λιγοστά έστω λεφτά που μπήκαν στα ελληνικά ταμεία. Όταν ο Καποδίστριας ανέλαβε κυβερνήτης, πρώτη του δουλειά ήταν να διορίσει μια τριμελή επιτροπή που θα κατέγραφε την περιουσία του νεοσύστατου κράτους. Η έγγραφη αναφορά του προέδρου της επιτροπής Ανδρέα Κοντοσταύλου ήταν εξαιρετικά λεπτομερής και σύντομη: «Κύριε κυβερνήτα, στο ταμείο του κράτους ευρέθη μόνο ένα νόμισμα και αυτό κίβδηλo».